Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

ΤΙ ΠΟΥ ΘΥΜΗΘΗΚΕ Η ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Η ΝΑΥΑΓΟΣ ΑΠΟΨΕ


ΑΝΝΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΑΠΑΔΙΟΝΥΣΙΟΥ


ΤΙ ΠΟΥ ΘΥΜΗΘΗΚΕ Η ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Η ΝΑΥΑΓΟΣ ΑΠΟΨΕ

Τι που θυμήθηκε η πανσεληνος η ναυαγος αποψε.
--------------------------------------------------------------υστερα απο 265 χρονια
καθε φορα που οι ναυτικοι
προσαραζουν στο λιμανι
δεν ειναι ευτυχεις γιατι επιστρεφουν στους δικους τους
τι ειναι η προσκαιρη χαρα
σαν ξερουν
πως τους περιμενει γυρισμος στην ωκεανεια μοναξια τους
και πανε μονο για να ξαναφυγουν
με τρομο για να ξαναφτανουν
νιωθοντας καθε φορα πως δεν θα θελαν
ως την επομενη να αντεξουν και να αντεξουν
και να αντεξουν και να παντα να μαθαινουν να αντεχουν
ολο πιο λιγο και καθε φορα το πιο πολυ.
ισως το μονο που οταν γερασουν νιωθουν παντοτε
πως τους χαμογελουσε κι αναβοσβηνε για να θερμανει
το ναυαγιο της πιστης τους
καθε φορα
ηταν η μοναξια πιο μοναξια απ τη μοναξια τους
ο φαροφυλακας τους ο καντηλαναφτης
ποτέ του απανω στη στερια
ποτέ του απανω και στη θαλασσα
κατι μισο στη γης και του νερου
και σε μια ακρη της νυχτας
μισο σκοταδι λιγο φως μισο
λιγο σκοταδι
της κοψης του κοσμου και μετα
της κοψης και του ουρανου
το περιγιάλι
μονο που τους αγκαλιάζει
να ναι το πάντα αυτό το πουθενά
το ολόδικό τους παντα..
οι γεροι ναυτικοι ομως μαθαν με τα χρονια
να μην μετρουν τα χρονια με τις πλάτες τους
να μην μετρουν και τις δεκαετιες μοναχά με τη σιωπη τους
μοναχα μαθαν μοναχά ποτέ να μην τη λησμονουν
εκείνη την ευγνωμοσυνη και την χαρη
που οφειλουνε στα κουρασμένα μάτια
που οφειλανε στα γερασμένα χέρια των φαροφυλακων
μεσα απο την μοναξια των ναυτικων
η μοναξια η πιο μεγαλη κι απ τη μοναξια τους
ενα σημαδι που τους παραμονευε λιγο πριν φτασουν
σε ενα γυρισμο θανατερο
και λιγο πριν γυρισουνε στο θανατο
που χει το μαυρο πελαγος τις νυχτες
και γινουν δυο οι νυχτες
κι οι νυχτες γινουνε και τρεις
να τους φυλάξει λιγο πριν προφτάσουν..
εκεινη την αρχη που απ τη μεση πιανεται
και πριν το τελος
παλι ξαναρχιζει
εκεινοι που οι επικοι λεγαν πως ειν του νοστου..
ενα κερακι ο φαροφυλακας να τους ζεσταινει τις καρδιες
αγνωστος παντα, κι αγνωστο κερακι
οι γεροι ναυτικοι θυμουνται
ποσους φαρους
ποσους θαμμενους μες στι πετρες αγνωστους
[γιατι δε γινηκαν γι αυτους δημοτικα τραγουδια τοσο ξακουστα
σαν που θυμασαι εκεινο το γεφυρι; ]
ενα κερακι για τον φαροφυλακα
θα θελαν να ζητησουν αν γυρισουν στη στεριά
οι γεροι ναυτικοι να αναβει στο καντηλι τους
αν καποιος τους θυμαται καπου
στη στεριά η στη θάλασσα οταν φυγουνε
αν καποιος τους θυμαται και τους κλαψει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου